tasosbarmpas

Archive for the ‘Blogging’ Category

Για τους αμέτρητους ανθρώπους, που έφυγαν πρόωρα και άδικα.

Για τη θυσία και τη συνεισφορά τους στην επιστήμη, για την αντιμετώπιση της πανδημίας.

Για τον πόνο και το φόβο που μας εξουθένωσε όλους τόσο πολύ, αλλά μας αφύπνισε, μας υπενθύμισε και μας δίδαξε τόσα πολλά.

Για το χρόνο που αναγκαστήκαμε να περάσουμε με τον εαυτό μας και αποφεύγαμε τόσο καιρό με τόσους διαφορετικούς τρόπους.

Για την κατανόηση της θεραπευτικής δύναμης της αγκαλιάς, του αγγίγματος, της ανθρώπινης σύνδεσης. Των βασικών στοιχείων που διαμορφώνουν κυριολεκτικά την ανθρώπινη φύση μας.

Για την αξία της συνεργασίας ως μόνο δρόμο στην επίλυση όλων των προβλημάτων.

Κυρίως, για αυτήν την τρανταχτή προειδοποίηση και υπενθύμιση ότι δεν υπάρχει «εγώ» χωρίς το «εμείς».

Αυτή η χρονιά μας στέρησε και μας ζήτησε πάρα πολλά.

Αλλά μας δίδαξε και μας υπενθύμισε ακόμη περισσότερα.

Ας μην τα ξεχάσουμε.

Τη νέα χρονιά προσπάθησε:

1. Να μην αναβάλεις τη ζωή σου κάθε φορά για την επόμενη χρονιά. Η ζωή συμβαίνει κάθε στιγμή. Όποια κι αν είναι τα χαρακτηριστικά της. Συμβαίνει τώρα. Και αυτό είναι ό,τι πραγματικά έχεις. Μόνο αυτό.

2. Να κάνεις στον εαυτό σου επίμονα τις πιο δύσκολες ερωτήσεις. Να μη φοβηθείς. Να ανακαλύψεις πραγματικά τι αγαπάς, τι σε ευχαριστεί, τι σου ταιριάζει, ποιο θέλεις να είναι το δικό σου αποτύπωμα στον κόσμο. Να ανακαλύψεις ποιος πραγματικά είσαι. Μόνο μέσα από αυτήν την κατανόηση μπορείς να σχεδιάσεις και να απολαύσεις τη δική σου ζωή. Κι όχι αυτήν που επιθυμούν οι άλλοι για σένα.

3. Να παίρνεις αποφάσεις που σε προχωράνε μπροστά. Που σε μετακινούν από εκεί που αισθάνεσαι ασφαλής και σε οδηγούν προς τα εκεί που επιθυμείς, αλλά φοβάσαι.

4. Να ρισκάρεις. Να πετυχαίνεις, να αποτυχαίνεις και πάντα να μαθαίνεις. Δεν υπάρχει εμπειρία χωρίς πολύτιμη γνώση. Και να συνεχίζεις να προχωράς. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος.

5. Να είσαι περίεργος. Με τα πάντα. Με τις σκέψεις σου, τα συναισθήματά σου, τις επιθυμίες σου, τις αντιδράσεις σου, τους άλλους, τα πράγματα γύρω σου. Ο κόσμος αλλάζει από τους περίεργους, όχι από εκείνους που είναι μόνο ευφυείς.

6. Να μαθαίνεις κάθε μέρα. Να διαβάζεις, να ταξιδεύεις (θα ταξιδέψουμε πάλι), να παρατηρείς και να ακούς προσεκτικά τους άλλους. Να είσαι ανοιχτός σε νέα γνώση κι όχι μόνο σε εκείνη που ενισχύει τις απόψεις σου. Δεν μπορούμε να δούμε τίποτα που δεν το έχουμε διδαχθεί.

7. Να θυμάσαι ότι, ο καθένας βλέπει τον κόσμο με τα δικά του μάτια και εκφράζει πάντα τη δική του πραγματικότητα. Διαμορφώνεται και κατανοεί τον κόσμο μέσα από τη δική του διαδρομή στη ζωή. Μπορεί να μη συμφωνείς, μπορεί να μην ταιριάζεις, αλλά πάντα μπορείς να κατανοήσεις το γιατί.

8. Να θέτεις στόχους, να αφοσιώνεσαι, να επιμένεις, αλλά να είσαι έτοιμος για όλα τα αποτελέσματα. Το πιο ενδιαφέρον κομμάτι της νίκης, είναι να είσαι προετοιμασμένος να ηττηθείς.

9. Να απολαμβάνεις τη διαδρομή. Δεν υπάρχουν τελικοί στόχοι στη ζωή. Όσο αναπνέουμε και είμαστε δημιουργικοί, μπορούμε να θέτουμε νέους στόχους, να κάνουμε νέα όνειρα. Δεν υπάρχει όριο στο τι μπορούμε να καταφέρουμε.

10. Να ξοδεύεις χρόνο μόνο με τον εαυτό σου. Η ζωή μας πλέον κάνει θόρυβο πολύ και ξεχάσαμε να ακούμε τα συναισθήματά μας, να κατανοούμε τις πραγματικές εσωτερικές μας ανάγκες. Φρόντισε κάθε μέρα, για ένα μικρό διάστημα, να παραμένεις σιωπηλός. Να ακούς μόνο εσένα. Χωρίς άλλες παρεμβολές, ώστε το “σήμα” της σύνδεσης να είναι πάντα ισχυρό.

11. Να έχεις κατανόηση. Ποτέ δεν ξέρεις τον πόλεμο που δίνει ο καθένας μέσα του. Να χαμογελάς συχνά. Για σένα και για τους άλλους. Να επιδιώκεις να είσαι καλός και πάντα, πάντα χρήσιμος.

Λέγεται συνεχώς ότι η πανδημία που αντιμετωπίζουμε τους τελευταίους μήνες είναι ένας πόλεμος με έναν αόρατο εχθρό.

Δεν έχω ζήσει τη φρίκη του πολέμου και δεν μπορώ να φανταστώ τι σημαίνει να καταστρέφονται όλα γύρω σου, να χάνονται χιλιάδες ανθρώπινες ζωές, να αφανίζονται οικογένειες και περιουσίες. Νομίζω, όμως, ότι ο πόλεμος αυτός είναι ίσως με ψυχολογικούς όρους διαφορετικός και με έναν ιδιότυπο τρόπο πιο τρομακτικός, πιο επίπονος και απάνθρωπα σκληρός.

Γιατί σε έναν κανονικό πόλεμο, ακόμα και μέσα σε όλη την αδιανόητη φρίκη και σκληρότητά του, η ανθρώπινη διάσταση με όλες τις εγγενείς ανάγκες της μπορεί να λειτουργεί ολοκληρωμένα. Ακόμα και ανάμεσα στα ερείπια και τους καπνούς μπορεί κανείς να αγκαλιάσει, να φιλήσει, να αγγίξει με κάθε τρόπο τον δίπλα του, να μοιραστεί τον πόνο, να προσπαθήσει να επουλώσει τις πληγές και να κρατήσει έτσι ζωντανή την ελπίδα. Μπορεί ελεύθερα να αναπνεύσει ο ένας την ανάσα του άλλου και να υποσχεθεί ένα καλύτερο αύριο.

Σε αυτόν τον πόλεμο όμως του κορονοϊού όλα όσα μας κάνουν κυριολεκτικά ανθρώπους, οι βασικές εγγραφές στο DNA και στα κόκκαλά μας που είναι οι ανθρώπινες σχέσεις, αυτή η έμφυτη ανάγκη μας να δίνουμε και να παίρνουμε αγάπη μέσα από αυτές, μπορεί να είναι ακόμα διαθέσιμες επιλογές που βρίσκονται διαρκώς δίπλα μας, όμως δεν επιτρέπεται να τις ενεργοποιήσουμε. Και αυτό είναι τραγικό.

Ο κορονοϊός δεν σταμάτησε απλά τη ζωή μας. Μας απαγόρευσε να είμαστε άνθρωποι. Απενεργοποίησε βίαια τις πιο βασικές βιολογικές μας ανάγκες, κρατώντας μας ζωντανούς και φοβισμένους χωρίς να ξέρουμε τι να κάνουμε και πώς να αποσυμπιέσουμε τα πιο κρίσιμα συναισθήματα για την επιβίωσή μας.

Σε κανέναν άλλο πόλεμο οι άνθρωποι δεν στερήθηκαν την επιλογή να αγκαλιάσουν τους αγαπημένους τους. Σε κανέναν άλλο πόλεμο οι άνθρωποι δεν έπρεπε να πεθαίνουν τελείως μόνοι.

Ο νέος αυτός ιδιότυπος πόλεμος όμως ίσως μας βοηθήσει να συνειδητοποιήσουμε ότι δεν μας λείπει πραγματικά η αγορά, ο καφές, τα εστιατόρια ή τα ταξίδια. Όλα αυτά λειτουργούσαν τις περισσότερες φορές ως δικαιολογίες για να αποφύγουμε να αντιμετωπίσουμε πραγματικά τον εαυτό μας και τη ζωή μας. Αυτό που μας λείπει αφόρητα είναι η ανθρώπινη επαφή σε όλες τις εκφάνσεις και εκφράσεις της. Μας λείπει αυτό που μας κάνει κυριολεκτικά ανθρώπους.

Κι αν δεν συνειδητοποιήσουμε ότι αυτή η ανθρώπινη σύνδεση είναι η πεμπτουσία της ανθρώπινης διάστασής μας, ότι συνδέεται και επηρεάζει κυριολεκτικά όλους τους δείκτες της υγείας μας τότε, όταν θα επιστρέψουμε στην «παλιά» κανονικότητα, όταν θα «πάρουμε πίσω τη ζωή μας» θα συνεχίσουμε δυστυχώς όπως και πριν να υποκρινόμαστε ότι ζούμε. Και θα χάσουμε τη σημαντικότερη ίσως ευκαιρία που μας δόθηκε ποτέ να απαιτήσουμε και να δημιουργήσουμε μια νέα κανονικότητα όπου προτεραιότητα θα είναι πραγματικά ο άνθρωπος και οι ανθρώπινες σχέσεις.

Από τότε που οι άνθρωποι «τρώγανε πέτρες» και προσκυνούσαν τη φωτιά η περιέργεια ήταν το πιο ενοχλητικό και εύχρηστο (για ορισμένους) ελάττωμά τους. Με ψυχολογικούς όρους, η προσαρμογή τους δεν ήταν ποτέ ομαλή. Κάθε πράγμα έπρεπε να έχει το όνομά του και ήταν απαραίτητο (για λόγους ασφαλείας) να γνωρίζουν τις διαθέσεις του. Ό,τι όμως δεν μπορούσε να εξηγηθεί έπρεπε υποχρεωτικά να ανυψωθεί σε μια υπέρτατη θεότητα.

Αυτή η εκλογή δεν υπήρξε τυχαία. Αν κάποιος μπορεί να ρίχνει τόσο νερό από τον ουρανό, σίγουρα μπορούσε μια μέρα να ξεχαστεί και να τους πνίξει. Ο φόβος υφίσταται στον βαθμό που κυριαρχεί η άγνοια, ενώ η εξουσία και ο έλεγχος υφίστανται στον βαθμό που κατέχουν (ή υποστηρίζουν ότι κατέχουν) τη γνώση και τις σωστές απαντήσεις. Δεν είναι τυχαίο που φοβόμαστε μέσα στο απόλυτο σκοτάδι (δε βλέπουμε και συνεπώς δε γνωρίζουμε), ούτε αποτελεί σύμπτωση που οι περισσότεροι θαυμάζουν και διαδίδουν πράγματα που στην πραγματικότητα δεν καταλαβαίνουν.

Δεν ήταν έτσι καθόλου δύσκολο να κατανοηθεί από ορισμένους ότι η αλήθεια δεν πρέπει να αποτελεί μια προσωπική υπόθεση: μια ατομική διαλεκτική. Κάτι τέτοιο θα ήταν απόλυτα καταστροφικό. Αν δεν τη γνωρίζει ένας Θεός, ή ένας τυφλός (!) μάντης (μέντιουμ) τότε ο κάτοχός της πρέπει να είναι τουλάχιστον ένα μεγαλοφυές πνεύμα, μια μοναδική αυθεντία με τεράστια αντιληπτική ικανότητα (υδροκέφαλος) και γνώση. Η ιστορία διαγράφεται έτσι με μια μάζα που φοβάται και «κοιμάται» αδιάκοπα (με ανοιχτά τα μάτια) και μια μειοψηφία που γνωρίζει και μπορεί να προβλέπει το μέλλον με τα μάτια κλειστά.

Αργότερα, όταν ο «κοινός» νους τους, πέρασε τις δύσκολες περιόδους της παιδικότητας (άγνοια, αδιαφορία) και της εφηβείας του (ταύτιση με πρότυπα), οι διευκρινιστικές ερωτήσεις άρχισαν τότε να ξεφεύγουν από το μυθικό πλαίσιο και αντλούσαν με ωριμότητα τα επιχειρήματά τους από την πραγματικότητα. Το άσχημο παρόν των ανθρώπων μπορούσε να αντιμετωπιστεί και να εφησυχαστεί μόνο με ένα καλύτερο μέλλον. Οι υπερ-βολικοί μύθοι μπορούσαν να αντικατασταθούν εξίσου τώρα από ωραία και εκλεπτυσμένα μυθιστορήματα ή ακόμα με μια φαντασιόπληκτη ποίηση. Αν δεν μπορούσες να ζήσεις τις επιθυμίες σου εκείνη τη στιγμή, τότε μπορούσες τουλάχιστον να τις ονειρευτείς μέσα από την τέχνη που σου προτείνανε. Η «δανεισμένη» γλώσσα του ονείρου αποτελεί μέχρι τις μέρες μας τη μεγαλύτερη κατασταλτική δύναμη. Γιατί κάθε εξουσιαστική προσπάθεια για ιδεολογικό έλεγχο, από την επινόηση θεοτήτων μέχρι την κανονιστική χρήση και την ιεραρχική δόμηση της γλώσσας (ανώτερη – κατώτερη, σωστή – λάθος χρήση), όπως άλλωστε και όλες οι παραλλαγές των μύθων μέσα στην ιστορία, έχουνε μια βασική αμετάβλητη δομή: ανακαλύπτουν (ξανασκεπάζουν) την κοινωνική πραγματικότητα προτείνοντας πάντοτε τη μοναδική και υπερβατική αλήθεια.

Σήμερα είσαι ελεύθερος να επιλέξεις τι είναι σωστό και τι είναι λάθος. Το πρόβλημα εντοπίζεται στο γεγονός ότι οι επιλογές σου είναι ήδη επιλεγμένες και περιορισμένες. Η κοινωνία είναι η μόνη αρμόδια να ορίσει το καλύτερο από το χειρότερο, την ποιότητα από τα σκουπίδια. Ο Shakespeare δεν ανήκε πάντοτε στην υψηλή λογοτεχνία. Απέκτησε αυτήν τη θέση, όταν θεωρήθηκε ότι οι ιδέες του συμπλέουν με την ιδεολογία της κοινωνίας. Η προσωπική επιλογή μπορεί να οδηγήσει σε ανεξέλεγκτη γνώση και είναι πολύ πιθανό και σε ανεπιθύμητη σύγκρουση. Για να αντιμετωπιστεί το τελευταίο η ελευθερία ορίζεται με όρια και η ποιότητα περιγράφεται με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Αξίζει έτσι να διαβάζεις μόνο ό,τι θεωρείται «καλή», «μεγάλη», «κλασική» λογοτεχνία.

Αυτό που αμφισβητείται σήμερα δεν είναι η χρησιμότητά του «να ονειρεύεσαι», αλλά το περιεχόμενο και η προέλευση (ο πομπός) του ονείρου. Η πραγματικότητα της ζωής, το ξέρουμε (;) πλέον, δεν αντανακλάται αλλά κατασκευάζεται. Εάν αυτή η πραγματικότητα εδώ και αιώνες λειτουργεί ανασταλτικά για τις επιθυμίες των περισσότερων ανθρώπων μέσα από επιλεγμένες μεθόδους, τότε πρέπει αναγκαστικά να λειτουργεί ενισχυτικά για τις επιδιώξεις των κατασκευαστών της. Τα πράγματα δεν είναι σχετικά ως προς τη λειτουργία τους, αλλά ως προς τον τρόπο θέασης αυτής της λειτουργίας. Κάθε τι εξαρτάται από ποια θέση το βλέπεις στον χώρο και τον χρόνο. Το πρόβλημα εντοπίζεται στο ποιος επιλέγει αυτήν την οπτική γωνία κάθε φορά και για ποιον σκοπό. Η άποψη ότι στην ανθρώπινη σκέψη υπάρχουν όρια είναι το ίδιο κωμική με την άποψη ότι κάθε ερώτημα έχει μια μοναδική και ορθή απάντηση. Αν κάθε φωτογραφία γίνεται διαφορετική εάν αλλάξεις απλά και μόνο το κέντρο λήψης της, τότε κάθε άποψη είναι έγκυρη στον βαθμό που μελετά όλα τα πιθανά κέντρα θέασης για να καταλήξει σε αυτό που της ταιριάζει καλύτερα στο μάτι.

Η όραση είναι αμοιβαία. Αν σε βλέπω σημαίνει ότι μπορείς να με δεις και εσύ. Ωστόσο, υπάρχει μια διαφορά ανάμεσα στην όραση και το βλέμμα. Το βλέμμα είναι επιλεκτικό. Βλέπουμε ό,τι κοιτάζουμε και για να “δούμε” κάτι πρέπει απαραίτητα να το έχουμε διδαχθεί.

Η γνώση είναι καθολικής σημασίας στην ανθρώπινη φύση. Λειτουργούμε αιτιακά. Επιβιώσαμε άλλωστε και κυριαρχήσαμε ακριβώς χάρη στη δυνατότητά μας να μαθαίνουμε, να συσσωρεύουμε και να αξιοποιούμε τη γνώση και να συνεργαζόμαστε σε μικρές ή μεγάλες ομάδες και όχι εργαζόμενοι σε ατομικό επίπεδο.

Δεν είναι τυχαίο, επομένως, ότι οι πιο προηγμένες χώρες, αυτές στις οποίες μάς αρέσει τόσο πολύ να αναφερόμαστε συγκριτικά, έθεσαν σε κάποιο σημείο της ιστορίας τους ως εθνική προτεραιότητά τους την εκπαίδευση σε όλες τις μορφές της, απολαμβάνοντας σταδιακά τα καθολικά οφέλη που όλοι σήμερα θαυμάζουμε και επιθυμούμε και για εμάς.

Αν μεγαλώσαμε σε μια χώρα που μας εκπαίδευσε με όλες τις δομές και εκφάνσεις της ότι είμαστε ένας λαός με λαμπρή ιστορία που όλοι μας ζηλεύουν και αυτό είναι αρκετό και για τις σημερινές μας ζωές, αν διδαχθήκαμε ότι μπορούμε να λειτουργούμε μόνο με τα ένστικτα και τα πάθη μας, χωρίς να σκεφτόμαστε αναλυτικά και βασανιστικά τα ερωτήματα που μας απασχολούν κάθε φορά, αν πιστέψαμε ότι είμαστε μικροί θεοί και ο καθένας μόνος του μπορεί να πετύχει ό,τι επιθυμεί και κυρίως να ευτυχήσει χωρίς την συνεργασία των άλλων, αν δεν μας εκπαίδευσαν ποτέ στην αλληλεγγύη, στην ισότητα, στη συνεργασία, στην αξία της επιστημονικής γνώσης και των δεδομένων, στην καθολική αρχή ότι κάθε ζωή έχει την ίδια αξία, τότε δεν μπορούμε παρά να συμπεριφερθούμε ακριβώς έτσι. Δεν έχουμε επιλογή.

Οι χώρες στις οποίες αναφερόμαστε ως προηγμένες δεν πέτυχαν τυχαία. Έθεσαν μέσω της εκπαίδευσής τους ως συστατικά και δομικά τους στοιχεία όλα αυτά που εμείς περιφρονούμε, παρά το γεγονός ότι πολλά από αυτά αποτελούν τη γνώση που κατακτήσαμε παλαιότερα και την οποία σωστά αξιοποίησαν οι περισσότεροι λαοί, εκτός από εμάς. Δημιουργήσανε έτσι ένα πλαίσιο που σέβεται και υποστηρίζει την ανθρώπινη φύση και, επομένως, τους πολίτες τους. Και το σημαντικότερο: ανατροφοδοτούνται και το εξελίσσουν συνεχώς.

Οι κοινωνίες δυστυχώς δεν αλλάζουν με ευχές και μαγικές συνταγές. Η μόνη αποδεδειγμένη πρακτική είναι η εκπαίδευση. Μια εθνική και καθολική συμφωνία για την εκπαίδευση σε όλες τις δομές της, όπου κανείς δεν θα μπορεί να την αλλάξει χωρίς τη σύμφωνη γνώμη όλων, θα αποτελέσει την αρχή για να αλλάξουν σταδιακά όλα. Η αλλαγή είναι πάντοτε αργή, αλλά σταδιακά θα επηρεάσει και θα επιδράσει σε όλες τις κοινωνικές και οικονομικές δομές, διαμορφώνοντας ένα τελείως διαφορετικό πλαίσιο αλληλεπιδράσεων.

Η τύχη και το τυχαίο έχουν πάντα το ρόλο τους. Είναι διαφορετικό όμως από την περίπτωσή μας, όπου σήμερα η επιβίωση και η ποιότητα της ζωής μας είναι στην κυριολεξία τυχαία.

To καλοκαίρι είμαστε όλοι πιο παρόντες με ό,τι συμβαίνει γύρω μας. Η επαφή με τη φύση που οξύνει και ενεργοποιεί όλες τις αισθήσεις, μαζί με τα μαγευτικά τοπία και τους ήχους που δημιουργεί συχνά το καλοκαίρι, μας επιβάλει συχνά μια εσωτερική ηρεμία και σιωπή και μας αναγκάζει να ακούσουμε και να νιώσουμε καλύτερα τον εαυτό μας. Σε αυτήν την εσωτερική αναζήτηση που όλοι επιχειρούμε σε αυτές τις στιγμές, γράφω παρακάτω για 14+1 πράγματα που θα προσπαθήσω να υπενθυμίσω στον εαυτό μου αυτό το καλοκαίρι και, ίσως, φανούν χρήσιμα και σε σένα.

1. Μπορείς να αλλάξεις. Αλλά η αλλαγή αυτή μπορεί να έρθει μόνο από εσένα. Όχι από τη ζωή «που σου χρωστάει», ούτε από την τύχη που κάποια στιγμή «θα χαμογελάσει επιτέλους και σε σένα». Κοίταξε προς το όνειρο σου και ξεκίνα να προχωράς προς αυτό. Μη σταματάς και μην απογοητεύεσαι. Ό,τι κι αν γίνει. Μόνο να μαθαίνεις και να συνεχίζεις να προχωράς. Η ζωή επιβραβεύει πάντα την κίνηση. Και η εμπειρία κατευθύνει πάντα την κίνηση αυτή σε συναρπαστικές διαδρομές.

2. Οι μεγάλοι στόχοι επιτυγχάνονται με καθημερινά πολύ μικρά βήματα. Με επιμονή, υπομονή, ανατροφοδότηση και συνέπεια. Οι άνθρωποι υπερεκτιμούν τα γρήγορα αποτελέσματα, αλλά υποτιμούν πόσα πολλά μπορούν να πετύχουν όταν εργάζονται με συστηματικότητα για πολύ μεγαλύτερα χρονικά διαστήματα.

3. Αν θέλεις να αλλάξεις το μέλλον σου, ξεκίνα να εργάζεσαι και να αλλάζεις καθημερινά το παρόν σου. Αυτό που ζεις σήμερα είναι το αποτέλεσμα όλων εκείνων για τα οποία εργάστηκες στο παρελθόν.

4. Κανένας άνθρωπος που πέτυχε δεν θα μπορούσε να φανταστεί τη διαδρομή που τον οδήγησε στα όνειρά του, κοιτώντας προς τα πίσω. Δεν υπάρχει ασφαλής δρόμος προς την επιτυχία. Ούτε είναι ο ίδιος για όλους. Σημασία έχει να κινείσαι πάντα σε απόσταση που να νιώθεις ότι μπορείς να αγγίξεις το όνειρό σου και να εμπιστεύεσαι ότι η διαδρομή και το ταξίδι θα σου διδάξουν ό,τι είναι απαραίτητο κάθε φορά για τον προορισμό σου.

5. Σε κάθε στόχο που εκπληρώνεις θα διαπιστώσεις ότι, τελικά, το σημαντικότερο δεν ήταν αυτό που πέτυχες, αλλά ποιος έγινες στην προσπάθειά σου να τον πετύχεις.

6. Ο βασικός σου στόχος πρέπει να είναι κάθε μέρα να γίνεσαι λίγο καλύτερος από τη χθεσινή εκδοχή σου. Ο κάθε άνθρωπος είναι ένα έργο τέχνης που βρίσκεται δια βίου σε εξέλιξη. Αναζήτησε και δούλεψε καθημερινά προς μια καλύτερη εκδοχή σου. Σημασία στη ζωή δεν έχει από που ξεκινάς και ποιος είσαι, αλλά ποιος καταλήγεις τελικά να γίνεις.

7. Η μόνη επιβεβαίωση που έχει πραγματικά σημασία είναι από εσένα για εσένα. Οι άλλοι μπορούν να μας εμπνεύσουν για το τι είναι πιθανό με το παράδειγμά τους, μπορούν να μας διδάξουν πολλά και διάφορα, αλλά δεν μπορούν ποτέ να μας πουν ποιοι είμαστε και ποιοι θέλουμε να γίνουμε. Νιώθουμε δημιουργικοί και, επομένως, χαρούμενοι όταν αποφασίζουμε να μη μας αφορά, με το λάθος τρόπο, η γνώμη των άλλων.

8. Οδηγός σου πρέπει να είναι ό,τι σε κάνει να αισθάνεσαι χαρούμενος και πιο κοντά στον εαυτό σου. Αυτή είναι η “τάση” που σε αφορά και πρέπει να ακολουθείς. Μια ουσιαστική συζήτηση με ανθρώπους που αγαπάς και εμπιστεύεσαι, το να ξοδεύεις χρόνο μόνος με τον εαυτό σου, η επαφή με τη φύση, η μουσική που σου αρέσει, μια καλή ταινία, το γράψιμο, κάθετί που σε κάνει να αισθάνεσαι χαρούμενος και σε επαφή με τον κέντρο σου είναι προτεραιότητα. Οτιδήποτε παραβιάζει αυτήν την ψυχική σου διατροφή και ισορροπία πρέπει να λείπει από τη ζωή σου. Χωρίς καμιά εξαίρεση.

9. Για να μπορείς να είσαι χαρούμενος με τους άλλους, πρέπει πρώτα να καταφέρεις να είσαι χαρούμενος μόνος σου. Οι άνθρωποι στη ζωή σου θα έρχονται και θα φεύγουν. Αλλά η πιο σημαντική σου σχέση είναι με τον εαυτό σου. Αυτή θα καθορίσει όλη τη ζωή σου. Κυριολεκτικά.

10. Δεν ταιριάζουμε με όλους. Και αυτό είναι και εντάξει και φυσιολογικό. Διαφορετικά γονεϊκά περιβάλλοντα και νοοτροπίες, διαφορετικοί κοινωνικοί περίγυροι και συγκυρίες της ζωής δημιουργούν διαφορετικούς ανθρώπους. Επίλεξε εκείνους που ταιριάζουν οι στόχοι σας και η οπτική σας στη ζωή. Θα σε βοηθήσει να συνεχίσεις να προχωράς μπροστά όταν έχεις γύρω σου ανθρώπους που εργάζονται και ζούνε με την ίδια φιλοσοφία με εσένα.

11. Δεν ανακαλύπτουμε τον εαυτό μας, τον δημιουργούμε. Από τις απεριόριστες δυνατότητες και δυναμικές που διαθέτει ο κάθε ένας από εμάς, ανακαλύπτουμε τις διαφορετικές εκδοχές μας μέσα από τις αλληλεπιδράσεις μας με τις εμπειρίες της ζωής, αλλά και μέσα από τις συναναστροφές μας με τους άλλους. Σημασία έχει να επιδιώκουμε να παρατηρούμε και να έχουμε επίγνωση των συναισθημάτων και των αντιδράσεων που μας προκαλούν αυτές οι αλληλεπιδράσεις. Και να επιλέγουμε αυτές που μας ταιριάζουν και μας εκφράζουν καλύτερα. Χτίζουμε τον εαυτό μας κομμάτι κομμάτι και σε όλη τη διάρκεια της ζωής μας. Η πιο συναρπαστική διαδικασία.

12. Τα κοινωνικά δίκτυα περιγράφουν μια ζωή που δεν είναι πραγματική και η οποία δεν αφορά ουσιαστικά κανέναν, αφού όπως αποτυπώνεται δεν υπάρχει πουθενά γύρω μας. Η πραγματική ζωή, με τις χιλιάδες αποχρώσεις και τα συναισθήματά της δεν μπορεί να καταγραφεί ψηφιακά. Είναι το μείγμα των ατελειών αλλά και των μοναδικών για τον καθένα στιγμών που την κάνουν συναρπαστική. Να θυμάσαι ότι κανείς δε διακόπτει τη ζωή του, όταν την απολαμβάνει πραγματικά, για να τη μοιραστεί ψηφιακά με ανθρώπους που συχνά, τους περισσότερους, ούτε καν τους γνωρίζει. Προσπάθησε να ζεις με τρόπο που να μην θέλεις να διακόψεις. Για κανένα λόγο.

13. Να αναζητάς πάντα και να αποδέχεσαι την αλήθεια. Όσο άβολη και επίπονη και αν είναι. Πάντα θα σε λυτρώνει και πάντα θα σε προχωρά μπροστά. Και το σημαντικότερο: δεν θα υποφέρεις.

14. Είσαι αρκετός. Αυτή τη στιγμή έχεις ό,τι χρειάζεται για να πετύχεις.

15. Μην αφήσεις κανένα να σου υπαγορεύσει το όνειρό σου. Μόνο εσύ το ξέρεις. Και έχεις ό,τι χρειάζεται για να το πετύχεις. Ξεκίνα.

Δεν υπάρχει τίποτα που οι γονείς κάνουν για τα παιδιά τους και δεν προέρχεται από υπερβολική αγάπη.

Ωστόσο, φαίνεται ότι το πρόβλημα δε βρίσκεται τόσο στην υπερβολή της δoσολογίας, όσο στο περιεχόμενο που της αποδίδεται. Όχι μόνο από τους γονείς, αλλά από τους περισσότερους από εμάς, σε σχέση με αυτό που η αγάπη πραγματικά είναι: μια δύναμη απελευθερωτική και πάντα υποστηρικτική, που τροφοδοτείται και εμπνέεται από τις ανάγκες αυτού που τη λαμβάνει κι όχι εκείνου που την προσφέρει.

Αυτή η λανθασμένη αντίληψη της αγάπης οφείλεται, όπως όλα τα πράγματα που αφορύν τη συμπεριφορά και τις επιλογές μας, σε έλλειμμα γνώσης, σε περιοριστικές αντιλήψεις που όλοι έχουμε διδαχθεί από την οικογένειά μας και τον κοινωνικό περίγυρο και, κυρίως, στη θολή και ανεπαρκή κατανόηση πρώτα από όλα του ίδιου του εαυτού μας.

Γιατί, αν ο καθένας από εμάς εργαζόταν με στόχο να κατανοήσει και να αποδεχθεί τι έχει πραγματικά ανάγκη, τι τον βοήθησε και τι όχι ως μικρό παιδί, τότε θα εφάρμοζε -νομίζω- τις παρακάτω σκέψεις με μεγαλύτερη ευκολία και ευρηματικότητα όχι μόνο στα παιδιά του, αλλά και στο σύνολο των κοινωνικών του συναναστροφών. Και στην περίπτωση αυτή, ένας τελείως διαφορετικός κόσμος θα ανάπνεε γύρω μας.

Αυτές είναι τέσσερις βασικές αντιλήψεις που οι γονείς κατανοούν διαφορετικά για τα παιδιά τους και διαμορφώνουν -άθελά τους- το αντίθετο αποτέλεσμα από αυτό για το οποίο οραματίζεται και αγωνιά η αγάπη τους.

1. Κάθε παιδί που γεννιέται ανήκει στον εαυτό του. Αυτό δε σημαίνει ότι δεν είναι το παιδί κάποιων γονιών, ότι δεν θα υπάρχει πάντα δηλαδή αυτή η δια βίου μαγική βιολογική σύνδεση και από τις δύο πλευρές. Σημαίνει όμως ότι μόνο αυτό και κανείς άλλος μπορεί να κατανοήσει σταδιακά ποιο είναι, τι έχει ανάγκη και προς τα πού θέλει να κατευθυνθεί. Αρκεί να διδαχθεί από νωρίς τον τρόπο. Αντίθετα, οι περισσότεροι γονείς ξεκινούν με την αντίληψη ότι το παιδί τους τους ανήκει. Και ότι είναι εκείνοι και μόνο που γνωρίζουν τι είναι καλύτερο για εκείνο, ποια ζωή του ταιριάζει και πώς πρέπει να τη ζήσει. Το αποτέλεσμα είναι όλοι αυτοί οι μπερδεμένοι κι όχι μόνο ενήλικες γύρω μας. Που ζούνε πλέον τη ζωή τους με μια λανθασμένη και μοιραία κατανόηση: ότι την αλήθεια για αυτούς πρέπει να την αναζητούν στη γνώμη των άλλων κι όχι στη δικιά τους.

2. Κάθε παιδί που γεννιέται έχει ένα βιολογικό προσδιορισμό. Αλλά είναι το περιβάλλον, οι επιρροές και οι εμπειρίες του, που τελικά θα το διαμορφώσουν συνολικά και καθοριστικά. Αυτό σημαίνει ότι κάθε παιδί δεν προσδιορίζεται από τη βιολογία που κληρονομεί, η οποία έχει πάντα ένα ρόλο, αλλά είναι η εκπαίδευση και τα συνεπή και συστηματικά παραδείγματα μέσα στο οικογενειακό του περιβάλλον που θα το οδηγήσουν με επιτυχία ή όχι στην κατανόηση της προσωπικότητάς του και τη διαμόρφωση τού χαρακτήρα του. Γιατί το κάθε παιδί μαθαίνει πώς να αντιλαμβάνεται και να συνομιλεί με τον εαυτό του και, επομένως, με τους άλλους, πρώτα από τους γονείς του. Η κατανόηση του κόσμου ξεκινά από την οικογένειά του και αυτός ο κόσμος είναι που θα προσφέρει τελικά στον ίδιο, αλλά και σε όλους μας. Αντίθετα, οι περισσότεροι γονείς, από τη στιγμή της γέννησης του παιδιού τους βλέπουν σε αυτό μια δεύτερη ευκαιρία για τους ίδιους. Οραματίζονται από την πρώτη μέρα της ζωής του ένα διαμορφωμένο ενήλικα, που συμπεριφέρεται με συγκεκριμένο τρόπο, ενδιαφέρεται για συγκεκριμένα πράγματα και έχει πολύ συγκεκριμένα όνειρα: τα όνειρα που δεν ολοκλήρωσαν εκείνοι ή τα όνειρα που οι δικοί τους γονείς τούς έπεισαν ότι τους ταιριάζουν. Σχεδιάζουν έτσι μια ζωή με τα δικά τους μέτρα, ξεχνώντας το πιο σημαντικό: τις μοναδικές διαστάσεις του παιδιού τους.

3. Κάθε παιδί που γεννιέται έχει μια εγγενή ανάγκη ασφάλειας. Διαφορετική με αυτήν που αυτόματα όλοι αντιλαμβανόμαστε, αλλά εξίσου κρίσιμη και σημαντική. Την ασφάλεια να μπορεί να αποδέχεται και σταδιακά να κατανοεί όλα τα συναισθήματά του, αλλά και να μπορεί να εκφράζει και να συζητά τις σκέψεις, τις αγωνίες και τις επιθυμίες του, χωρίς να φοβάται ότι θα κριθεί για αυτό με όλους τους λάθος τρόπους. Αντίθετα, οι περισσότεροι γονείς, από πολύ νωρίς, διδάσκουν στα παιδιά τους τα πρωτόκολλα των “σωστών” συναισθημάτων και των “φυσιολογικών” σκέψεων και επιθυμιών, ανάλογα με το φύλο του παιδιού, τροφοδοτούμενοι παράλληλα οι ίδιοι από τις προσωπικές και κοινωνικές τους αντιλήψεις και δημιουργώντας τελικά στο παιδί περιττές και χωρίς λόγο βασανιστικές ενοχές και απαγορεύσεις. Που όμως το απομακρύνουν από την ταυτότητά του. Και, επομένως, από τη ζωή του.

4. Κάθε παιδί που γεννιέται έχει ένα βιολογικό προγραμματισμό. Τον ανθρώπινο προγραμματισμό, που μοιραζόμαστε όλοι. Γνωρίζει ενστικτωδώς κι από την πρώτη στιγμή ότι το παιχνίδι, η περιέργεια, η συνεργασία, η αλληλεγγύη, η αγάπη χωρίς ανταλλάγματα, η εμπιστοσύνη, η συνύπαρξη με όλους χωρίς διακρίσεις, το “εμείς” και όχι το “εγώ”, θα του προσφέρουν πάντα εμπειρίες και γνώση, μαζί με συναισθήματα χαράς και πληρότητας. Αντίθετα, οι περισσότεροι γονείς, από το φόβο της ασφάλειάς του και των κοινωνικών κινδύνων, αγωνιούν να το εκπαιδεύσουν από νωρίς σε μια συμπεριφορά όπου οι φιλίες είναι “ταξικές” ή τουλάχιστον “ασφαλείς”, ότι το χρώμα, το χρήμα και το επάγγελμα διαφοροποιεί και ταξινομεί και ότι το “εγώ” είναι πάντα η καλύτερη επιλογή, η οποία, στην καλύτερη περίπτωση, μπορεί να γίνει ένα μικρό και ελεγχόμενο “εμείς”. Το αποτέλεσμα είναι μια ζωή γεμάτη αμέτρητες καθημερινές προσκλήσεις στην ανθρώπινη μαγεία της αλληλεπίδρασης, τις οποίες οι περισσότεροι ως ενήλικες συστηματικά αρνούνται όχι μόνο να ανταποκριθούν, αλλά και να τις δούνε. Και η ζωή πάλι δε συμβαίνει.

Κάθε παιδί που γεννιέται είναι ένα θαύμα της ανθρώπινη φύσης και μια εν δυνάμει ελπίδα για έναν καλύτερο κόσμο. Και οφείλουμε όλοι, με πρώτη την οικογένειά του, να εργαστούμε από νωρίς για να κατανοήσει τη μαγεία και τη δυναμική που φέρει μέσα του, καθώς και τη μοναδική συνεισφορά που μπορεί να έχει στον ίδιο αλλά και σε όλους μας, η γνήσια εκδοχή του.

Κάθε γονιός που μεγαλώνει ένα παιδί έχει τις δικές του απόψεις για την ευτυχία, την επιτυχία, καθώς και για το τι είναι σημαντικό στη ζωή.

Είτε αυτές αντανακλούν τον τρόπο που οι ίδιοι ζουν είτε τον τρόπο που θα επιθυμούσαν να ζουν, οι ιστορίες που οι γονείς έχουν στο κεφάλι τους για τον κόσμο θα ορίσουν τις επιλογές τους στο μεγάλωμα του παιδιού τους και θα διαμορφώσουν τον τρόπο που εκείνο θα καταλήξει να σκέφτεται, να επιθυμεί και να αντιλαμβάνεται τα πράγματα γύρω του.

Παρακάτω, πέντε βασικές και κρίσιμες υπενθυμίσεις προς γονείς που, η κατανόηση και η συστηματική εφαρμογή τους, μπορεί να τους βοηθήσει να επαναπροσδιορίσουν πρακτικές που εφαρμόζουν και εμποδίζουν τα παιδιά τους να ανακαλύψουν και να διεκδικήσουν τη γνήσια εκδοχή τους.

1. Κάθε παιδί είναι μοναδικό. Κυριολεκτικά. Δεν υπάρχει πουθενά στον κόσμο αντίστοιχό του. Παρά τις “προδιαγραφές” που επιβραβεύει η κοινωνία, έχει ό,τι χρειάζεται για να είναι και να αισθάνεται αρκετό για να διεκδικήσει τη ζωή που επιθυμεί. Οι «επιτυχημένοι άλλοι» πρέπει να αξιοποιούνται ως έμπνευση για το τι είναι εφικτό και όχι ως σύγκριση και στόχο που οδηγεί σε υποβάθμιση της μοναδικότητάς του και σε εξαναγκασμό διεκδίκησης μια ζωής που δεν έχει ποτέ το σχήμα και το μέγεθός του.

2. Η εκπαίδευση στην κατανόηση των ορίων είναι απαραίτητη στο μεγάλωμα του παιδιού και κρίσιμη για την ενήλικη ζωή του και την κοινωνική συμβίωση. Τα όρια όμως στο πώς πρέπει να αισθάνεται, τι του “ταιριάζει” να επιθυμεί και ποιους στόχους μπορεί ή πρέπει να πετύχει είναι μια καταστροφική επιλογή. Που δυστυχώς μεταφέρεται από τη μια γενιά γονέων στην επόμενη.

3. Καλός γονιός δεν είναι εκείνος που δίνει στο παιδί του ό,τι εκείνος κρίνει ότι χρειάζεται. Είναι ο γονιός που προσφέρει στο παιδί του συστηματικά διαφορετικές εμπειρίες και ερεθίσματα και το βοηθά, χωρίς κριτική, να ανακαλύψει και να κατανοήσει τις ανάγκες και επιθυμίες του και να δοκιμάσει διαφορετικές επιλογές σε διαφορετικές φάσεις της ζωής του. Mέχρι να καταλήξει τι ταιριάζει σε εκείνο κι όχι στους γονείς του.

4. Η ενθάρρυνση της έμφυτης περιέργειας του παιδιού και η συστηματική εκπαίδευση στην επίγνωση και επεξεργασία των συναισθημάτων, των επιθυμιών και της συμπεριφοράς του από το ίδιο, θα διαμορφώσει σταδιακά έναν ισορροπημένο συναισθηματικά ενήλικα που θα μπορεί να κατανοεί τον εαυτό του και, ιδιαίτερα σημαντικό, τους άλλους. Το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι η έλλειψη κατανόησης ανάμεσά μας.

5. H καθημερινή κίνηση, η σωστή διατροφή και ο επαρκής ύπνος δεν είναι προαιρετικές υγιεινές επιλογές, είναι τα θεμέλια της ζωής κάθε παιδιού και προαπαιτούμενες δια βίου πρακτικές για να έχει αντίληψη και πρόσβαση στις βιολογικά πραγματικές δυνατότητές του.

Βλέπουμε τον κόσμο όπως εμείς είμαστε κι όχι όπως πραγματικά είναι. Και είναι σημαντικό κάθε παιδί να βοηθηθεί να κατανοήσει από νωρίς αυτό που πραγματικά είναι και θέλει να γίνει.

Αν παρατηρήσει κανείς προσεκτικά τα μικρά παιδιά θα διαπιστώσει με πόση ευκολία συνεργάζονται μεταξύ τους, χωρίς να εφαρμόζουν κανένα επιλεκτικό κριτήριο και, το σημαντικότερο, με πόση φυσικότητα και εμπιστοσύνη απολαμβάνουν να δίνουν αγάπη το ένα στο άλλο. Αβίαστα και γενναιόδωρα, χωρίς συμφωνίες και προσδοκίες για ανταλλάγματα.

Η επίτευξη αυτής της τόσο λειτουργικής και χαρούμενης συνύπαρξης δεν οφείλεται, όπως λανθασμένα πιστεύουμε, στο ότι δεν έχουν ακόμη την απαραίτητη αντίληψη του “σκληρού” κόσμου που τους περιμένει και στον οποίο πρέπει να μάθουν να επιβιώνουν. Αντίθετα, οφείλεται ακριβώς στην απουσία αυτής της “περιοριστικής γνώσης” που τους επιτρέπει να λειτουργούν με γνησιότητα και σε πλήρη σύνδεση και συνέπεια με αυτό που είναι η πραγματικότητα της φύσης τους. Της ανθρώπινης φύσης.

Έτσι, δυστυχώς, αυτή η φυσική έκφραση και οπτική του κόσμου που παράγει χαρά και πληρότητα θα αλλάξει. Παρότι τα μικρά παιδιά μάς δείχνουν ξεκάθαρα τα βασικά συστατικά μιας χαρούμενης ζωής, παραδόξως επιλέγουμε να το παραβλέψουμε και να εφαρμόσουμε για την ανατροφή τους τις καθιερωμένες “κοινωνικές συνταγές”. Χωρίς να αναρωτηθούμε πραγματικά για την αποτελεσματικότητά τους, ούτε για τα κριτήρια με τα οποία επιλέγουμε να κρίνουμε αυτήν την αποτελεσματικότητα.

Ως συνέπεια αυτής της επιλογής μας τα μικρά αυτά παιδιά, στη θέση των οποίων κάποια στιγμή υπήρξε κάθε ένας από εμάς, θα διδαχθούν σταδιακά, συστηματικά και επίμονα, από τους γονείς τους, τον ευρύτερο κοινωνικό τους περίγυρο και, δυστυχώς, από την εκπαίδευση, όλες τις κοινωνικές και κατασκευασμένες συμβάσεις που θα τους απομακρύνουν ολοκληρωτικά από τις φυσικές και αναγκαίες εκφράσεις της ύπαρξής τους.

Θα διδαχθούν ότι πρέπει να ανήκουν σε ένα συγκεκριμένο “εμείς”, γιατί “οι άλλοι” δεν τους ταιριάζουν και ότι το “εγώ” είναι πάντα πιο ασφαλές και αποτελεσματικό. Θα εκπαιδευθούν να γίνουν “σωστοί άνδρες” και “άξιες γυναίκες”. Θα ενσωματώσουν άθελά τους, στην οπτική και στη συμπεριφορά τους, τον ρατσισμό και την ομοφοβικότητα. Θα ακούσουν εξαντλητικά για την εξασφάλιση της ευτυχισμένης/επιτυχημένης ζωής που έρχεται με το χρήμα και δεν θα διδαχθούν σχεδόν ποτέ πώς να αναζητήσουν τις κλίσεις και τις πραγματικές επιθυμίες τους, αφού σημασία έχει να σπουδάσουν ένα επάγγελμα που θα “εξασφαλίσει” το μέλλον τους και, αν είναι δυνατόν, και το κοινωνικό τους στάτους. Θα τους υπενθυμίσουν συστηματικά και με παραδείγματα “βγαλμένα από τη ζωή” τη μιζέρια και την παρακμή της φτώχειας που πρέπει με κάθε τρόπο να αποφύγουν. Θα τους πείσουν ότι είναι κορόιδα αν δίνουν οτιδήποτε, χωρίς να παίρνουν πίσω κάτι χρήσιμο για εκείνους. Θα αποδεχθούν ότι είναι επικίνδυνο να έχεις συναισθήματα που τα μοιράζεσαι. Ότι είναι αδυναμία να είσαι ευάλωτος, να φοβάσαι, να μη γνωρίζεις, να κάνεις λάθος, να αποτυγχάνεις. Θα διδαχθούν όλα αυτά και με διαφορετικούς τρόπους. Άλλοτε σκληρούς και άκαμπτους και άλλοτε πιο πλάγιους και στρογγυλεμένους. Αλλά δεν θα τους εκπαιδεύσουν να κάνουν την πιο κρίσιμη ερώτηση στον εαυτό τους, ως κριτήριο και πυξίδα για κάθε διαφορετική φάση, διαδρομή ή επιλογή της ζωής τους. Και αυτήν είναι: Είμαι χαρούμενος;

Γιατί τι νόημα έχει να έχεις όλα όσα η κοινωνία θεωρεί “επιτυχία”, αν δεν είσαι χαρούμενος; Το χρήμα, η εξουσία, η επαγγελματική επιτυχία, όλα είναι σημαντικά. Αλλά κανείς από όσους τα έχουν καταφέρει σε όλους αυτούς τους τομείς δεν θα απαντούσε με ειλικρίνεια ότι του εξασφάλισαν αυτόματα μια χαρούμενη ζωή. Γιατί η χαρά απαιτεί εσωτερική επιβεβαίωση και όχι εξωτερική. Και αυτό ενστικτωδώς το γνωρίζουν τα παιδιά. Γνωρίζουν ότι έχουν ό,τι χρειάζονται για να είναι ευτυχισμένα. Ότι είναι ήδη αρκετά και ολόκληρα. Ότι έχουν ανάγκη τους άλλους. Ότι σημασία έχει το “εμείς” και όχι το “εγώ”. Και ότι η αγάπη και το δόσιμο χωρίς ανταλλάγματα, τούς επιστρέφει πάντα χαρούμενα συναισθήματα.

Η σημερινή κοινωνία των ανισοτήτων, του φόβου και του ρατσισμού, δεν αλλάζει μόνο με διαμαρτυρίες. Χρειάστηκε πολύς χρόνος για να δημιουργηθεί αυτό το διαστρεβλωμένο αξιακό κοινωνικό σύστημα και θα απαιτηθεί αντίστοιχη διαδρομή και προσπάθεια για να υιοθετηθεί μια νέα οπτική. Και η αλλαγή αυτή θα έρθει ξεκινώντας από τα μικρά παιδιά. Από την εκπαίδευσή τους, από όπου κι αν προέρχεται αυτή. Η οποία θα σέβεται το βιολογικό τους προγραμματισμό και θα τα βοηθά να κατανοήσουν τον εαυτό τους και να σεβαστούν και να συνυπάρξουν δημιουργικά με τους άλλους. Θα τα βοηθά να κάνουν τις σωστές ερωτήσεις. Και να επιλέγουν σε συνέπεια με τις ανάγκες και τις επιθυμίες τους. Και αυτό πρέπει να θυμόμαστε απαιτεί πολλή δουλειά και πολύ χρόνο. Από όλους. Αλλά μόνο τότε υπάρχει ελπίδα.

Του Τάσου Μπάρμπα*

O κορονοϊός δεν μας στέρησε κάτι που είχαμε στη ζωή μας. Ζούσαμε ήδη στην πραγματική ζωή απομακρυσμένοι και αδιάφοροι ο ένας για τον άλλο.

Ο κορονοϊός κατήργησε βίαια την ταχύτητα και τον θόρυβο της καθημερινότητας, μαζί με τις τόσες άλλες ευρηματικές ψευδαισθήσεις, που μας επέτρεπαν να λέμε στον εαυτό μας ότι ζούμε ή θα ζήσουμε κάποτε μια ευτυχισμένη ζωή.

Μας ανάγκασε να μείνουμε μόνοι. Απενεργοποίησε τις ατελείωτες αποσπάσεις που είχαμε επινοήσει ή αντιγράψει ο ένας από τον άλλο και μας βοηθούσαν να αποφεύγουμε να αντιμετωπίσουμε τον εαυτό μας.

Μας άφησε μόνους, φοβισμένους και ευάλωτους. Εμάς και τους ανθρώπους που αγαπάμε περισσότερο. Και οδήγησε, όπως συμβαίνει πάντα σε αυτές τις έκτακτες συγκυρίες, τη σκέψη μας εσωτερικά. Mας ανάγκασε να αναρωτηθούμε για τα συναισθήματά μας. Να αναγνωρίσουμε τον πόνο και τα τραύματα που καταπιέζουμε για τόσο καιρό. Να αξιολογήσουμε με ειλικρίνεια τη ζωή μας. Να κατανοήσουμε τη βιολογική μας ανάγκη για πραγματική ανθρώπινη επαφή. Να θυμηθούμε την αξία της κοινότητας, μαζί με την ασφάλεια και την ελπίδα που προκύπτουν πάντα από αυτήν. Και, κυρίως, να καταλάβουμε ότι είμαστε από καιρό δυστυχισμένοι, σε αναμονή μιας ζωής που θα έρθει και “όλα θα είναι διαφορετικά”.

Η κατάσταση που ζούμε δεν είναι κανονική. Δεν μπορούμε και δεν πρέπει να την αναγνωρίσουμε ως τέτοια. Είναι μια έκτακτη τραγική συνθήκη. Γεμάτη αβεβαιότητα. Άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους. Άλλοι παλεύουν για τη ζωή τους. Οικογένειες βιώνουν τον πόνο της απώλειας των αγαπημένων και πολύτιμων δικών τους. Και περισσότεροι ακόμα αγωνιούν για το μέλλον, τις δουλειές τους, την επιβίωσή τους.

Η κατάσταση δεν είναι κανονική. Όχι. Αλλά μπορούμε μέσα σε αυτήν την αβεβαιότητα και την τραγωδία να αναρωτηθούμε αν αυτό που ζούσαμε ήταν επίσης κανονικό. Ποια είναι αυτή η “κανονικότητα” που θέλουμε πάλι να επιστρέψουμε; Πώς θέλουμε να είναι η ζωή μας μετά από αυτό;

Γιατί η ζωή δεν μπορεί να είναι ψηφιακή. Δεν μπορεί να κατοικεί στο παρελθόν ή στο μέλλον. Δεν μπορεί να είναι τόσο αδιάφορη για τον πόνο και τη δυστυχία των άλλων. Για τις δεκάδες κοινωνικές πανδημίες που είναι σε εξέλιξη καθημερινά δίπλα μας. Και σίγουρα, η ζωή μας δεν μπορεί να είναι “σε αναμονή”.

Μπορούμε να ξεκινήσουμε με τη διαπίστωση ότι η ζωή είναι μία. Εδώ. Τώρα. Και μπορούμε να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε πλέον όλοι με ειλικρίνεια, ξεκινώντας από τις πραγματικές μας ανάγκες, τι σημαίνει να τη ζει κανείς κανονικά.

*Δημοσιεύτηκε στην έντυπη έκδοση της εφημερίδας “ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ” στις 16 Απριλίου 2020


Enter your email address to follow this blog and receive notifications of new posts by email.

Join 28 other subscribers

Archives

Blog Stats

  • 2,299 hits
May 2024
M T W T F S S
 12345
6789101112
13141516171819
20212223242526
2728293031  
Follow me on ResearchGate